27 Ιουλ 2008

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΣΙΔΕΡΗΣ




ΣΥΝΘΕΤΗΣ-ΣΤΙΧΟΥΡΓΟΣ-ΕΡΜΗΝΕΥΤΗΣ
Πολλοί τον είπαν «Βασιλιά του Δημοτικού Τραγουδιού».
Δεν πρόκειται απλά για έναν κορυφαίο καλλιτέχνη, αλλά για «Θεσμό» ολόκληρο, για μια μεγάλη «Σχολή του Γένους».
Ο Παπασιδέρης Θεωρείται μέτρο και σταθμό του Δημοτικού τραγουδιού.
Απ’ αυτόν έχουν μάθει όλοι οι νεότεροι να τραγουδούν και έχουν δανειστεί πολλοί αρκετά στοιχεία του.
Ο Γιώργος Παπασιδέρης υπήρξε «μονάδα». Ήταν Αρβανίτικης καταγωγής.
Γεννήθηκε στην Κούλουρη (Σαλαμίνα). Το τραγούδι το ξεκίνησε επαγγελματικά σε μεγάλη ηλικία, αλλά σε σύντομο χρονικό διάστημα επισκίασε τους πάντες. Τραγούδησε τις χαρές και τις λύπες όλης της Ελλάδας, μα πάνω απ’ όλα τραγούδησε τη νεότερη ιστορία μας, τα τραγούδια της επανάστασης του 1821, τα κατορθώματα των κλεφτών και των αρματολών.
Και όχι απλώς τα τραγούδησε, αλλά θα λέγαμε ότι τα «σφράγισε».
Ο Στάθης Κάβουρας στο βιβλίο του γράφει:
«Ο Παπασιδέρης δεν τραγούδησε τίποτα άσχημο, και κράτησε το Δημοτικό Τραγούδι πολύ ψηλά».
Παρόλο που ο κόσμος ξέρει τον Παπασιδέρη σαν τραγουδιστή μόνο, ο Παπασιδερης ήταν ο πλέον πολυγραφότατος Έλληνας συνθέτης .Είχε τόσο πολύ νοιώσει και ζυμωθεί με τα ήθη και έθιμα τα Ελληνικής κοινωνίας, που σε λίγα λεπτά ταίριαζε και το ανάλογο τραγούδι.
Και όχι με το ίδιο θέμα όπως κάνουν οι σημερινοί συνθέτες και στιχουργοί.
Ο Παπασιδέρης ήταν πηγαίος ποιητής, και σοβαρός συνθέτης.
Παρόλο που ήταν Αρβανίτης, είχε όλο το ρεπερτόριο των παραδοσιακών τραγουδιών.
Τα τραγούδια του ελάχιστοι είναι αυτοί που μπορούν να τα ερμηνεύσουν σήμερα, και μάλιστα από τους ίδιους «τόνους».
Ο Παπασιδέρης πέθανε το 1978 στη Σαλαμίνα.
Έχει γράψει πάνω από 1500 δημοτικά τραγούδια, από τα οποία άλλα χάθηκαν, και άλλα λεηλατήθηκαν από επιτήδειους.
Δεκάδες λαϊκά τραγούδια είναι διασκευές από τραγούδια του Παπασιδέρη, και είναι δηλωμένα σε άλλα ονόματα.

15 Ιουλ 2008

ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ!


ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΤΗΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ, ΣΑΣ ΕΥΧΟΝΤΑΙ ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ!

ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΟΥΜΕ ΤΙΣ ΑΚΤΕΣ ΜΑΣ.

ΕΙΝΑΙ Η ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΜΑΣ.

ΤΟ ΒΙΟΛΙ




Δεν πρέπει να υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο που ν’ αγαπάει τη μουσική – κυρίως την κλασική – και να μην λατρεύει το βιολί.
Κανένα όργανο δε δίνει τη δυνατότητα στον εκτελεστή ν’ αποδώσει τους μουσικούς ήχους τελειότερα απ’ αυτό. Αυτή, βέβαια, είναι η μια πλευρά ∙ η άλλη – και πολύ δυσάρεστη – είναι ότι όταν ο εκτελεστής του βιολιού δεν είναι από τους καλύτερους, τότε το βιολί δεν ακούγεται!
Μοιάζει σαν ένα γρατζούνισμα νυχιού πάνω στις τεντωμένες χορδές.
Το βιολί είναι ένα όργανο με παγκόσμια απήχηση που, ακριβώς με τη μορφή που έχει σήμερα, υπάρχει στο χώρο μας εδώ και 400 χρόνια.
Στα χρόνια της Ενετοκρατίας ήταν διαδεδομένο στην Κρήτη. Σε μια γκραβούρα του 1260 ένας κρητικός απεικονίζεται παίζοντας βιολί, αλλά και σ’ ένα χειρόγραφο φαίνονται εικόνες από τον «Ερωτόκριτο» που πλαισιώνονται από μουσικούς που παίζουν βιολί.
Πολλοί επαγγελματίες μουσικοί χρησιμοποίησαν , ήδη από τον 15ο αιώνα, το βιολί για το θέατρο, το μπαλέτο και, φυσικά, για γιορτές ευγενών (γάμους, συγκεντρώσεις κ.τ.λ).
Το όργανο αυτό μεταφέρθηκε από την Ευρώπη στους βαλκανικούς λαούς – και στον Ελληνικό πληθυσμό∙ των Βαλκανίων – κυρίως από τους Τσιγγάνους.
Γι αυτό κι όταν ακούμε να χαϊδεύει τ’ αυτιά μας μια γλυκιά μελωδία βιολιών, αμέσως λέμε: αχ! Αυτά τα τσιγγάνικα βιολιά! κι αναστενάζουμε από ευχαρίστηση.Από τότε μπήκε στη ζωή μας το βιολί – λόγω της τσιγγάνικης προέλευσής του- αποτελεί όργανο της δημοτικής μας μουσικής.
Σε πολλά μέρη της Ελλάδας βλέπουμε πως σιγά, σιγά αντικατέστησε και τη λύρα που ήταν πολύ διαδεδομένη στα Βαλκάνια και στη Μ. Ασία∙ τώρα περισσότερη χρήση λύρας γίνεται μόνο στην Κρήτη.
Το βιολί – σαν όργανο – αποτελείται από δύο κύριες επιφάνειες: τη «ράχη» που πρέπει να είναι φτιαγμένη από σκληρό ξύλο και το καπάκι που, αντίθετα κατασκευάζεται από μαλακό ξύλο (πεύκο, έλατο).
Το «μπράτσο» του βιολιού γίνεται επίσης από σκληρό ξύλο και καταλήγει σ’ ένα κοχλία όπου ανοίγονται τρύπες για να τοποθετηθούν τα «κλειδιά» και σ’ αυτό κολλιέται και η λεγόμενη «γλώσσα» που, συνήθως είναι από έβενο.
Από το ίδιο υλικό είναι κι ο «χορδοστάτης» που στηρίζει τις χορδές. Ανάμεσα στη γλώσσα και σ’ αυτόν υπάρχει ο «καβαλάρης» που στηρίζεται σε δύο ποδαράκια και μεταφέρει τις ταλαντώσεις των χορδών στο καπάκι κι εκείνο τις ξαναμεταφέρει στην κοιλότητα του σώματος.Αυτά ως προς το όργανο. Υπάρχει, όμως, και το δοξάρι.
Τούτο είναι ένα τόξο πάνω στο οποίο τεντώνονται 150 – 250 τρίχες αλόγου αλειμμένες με κάποια ουσία για να πιάνουν καλύτερα στις χορδές. Ο χαρακτηριστικός συνεχής ήχος του βιολιού δημιουργείται από το γλίστρημα του δοξαριού πάνω στις χορδές. +
Το βιολί έχει τη δυνατότητα εκτέλεσης και διπλών φθόγγων και να εκτελέσει ακόμα και τετράφωνες μελωδίες (όπως υπάρχουν σε έργα του Μπαχ) και πάντα δηλώνει ηχητικά την παρουσία του ακόμα κι αν υπάρχουν πιο δυνατά απ’ αυτό όργανα σε μια ορχήστρα.Αν ο εκτελεστής είναι καλός, το βιολί τραγουδάει στα χέρια του.
Μπορούν οι ήχοι του να γίνονται τρεμουλιαστοί, πηδηκτοί, «τσιμπητοί» (το λεγόμενο pizzicato), τρίλιες, παθητικοί ή κεφάτοι, τραγουδιστοί..., θα λέγαμε. Κανένα άλλο όργανο δεν έχει τέτοιες και τόσες δυνατότητες.
Μεγάλοι συνθέτες όπως ο Μπαχ, ο Χάυντν, ο Μότσαρτ, ο Μπετόβεν, ο Παγκανίνι, ο Ραβέλ και πολλοί άλλοι έχουν γράψει αριστουργήματα (κονσέρτα, σονάτες κ.τ.λ.) όπου το βιολί πρωταγωνιστεί παντού.
Μεγάλο ρόλο για την απόδοση ενός βιολιού, παίζει και η ποιότητά του. Γι αυτό πασίγνωστα βιολιά είναι τα «Στραντιβάριους» και τα «Αμάτι».
Και ποιός δεν θα είχε σαν όνειρο ζωής ν’ ακούσει έναν καλό βιολιστή, μ’ ένα καλό βιολί, σε μια από τις αριστουργηματικές συνθέσεις των μεγάλων μουσουργών;Κι αυτό, γιατί το «βιολί» δεν είναι ένα όργανο όπως όλα τ’ άλλα.
Είναι, ένα «μαγικό» όργανο που οι ήχοι του δεν ικανοποιούν μόνο την ακοή του ακροατή, αλλά ξεφεύγουν από το περιβάλλον και πάνε μέσα βαθειά κατ’ ευθείαν στην ψυχή του, της γλυκομιλάνε, τη χαϊδεύουν και την γαληνεύουν.
Κι ο άνθρωπος, όσο και να μην το παραδέχεται, έχει τόση ανάγκη στη ζωή του από τους ευαίσθητους ήχους ενός βιολιού!

10 Ιουλ 2008

ΤΟ ΝΤΑΟΥΛΙ




Το νταούλι ή αλλιώς νταβούλι, άργανο (στη Σιάτιστα και στην Ήπειρο), τοσκάνι ή τσοκάνι (στο Μεσολόγγι), τουμπί ή τουμπάκι (στα νησιά), κιόσι (στη Μ. Ασία), ταβούλι, παβούλι, τούμπανο, τουμπανέλι, είναι ένα μεμβρανόφωνο (κρουστό) που μπορεί άνετα να χαρακτηριστεί σαν τον βασιλιά των παραδοσιακών κρουστών.

Πρόκειται για αρχαίο όργανο που το συναντάμε σε διάφορες μορφές σχεδόν σ΄ ολόκληρο τον πλανήτη. Μαζί με τον ζουρνά αποτελούν μια μικρή ορχήστρα, την λεγόμενη ζυγιά (κυρίως στην ηπειρωτική Ελλάδα).

Αποτελείται από ένα ξύλινο κύλινδρο το μέγεθος του οποίου διαφέρει από περιοχή σε περιοχή, ανάλογα και τα γούστα του οργανοποιού ή του οργανοπαίχτη (νταουλιέρης).

Στα δυό ανοίγματα του κυλίνδρου τοποθετούνται με τη βοήθεια ξύλινων ή μεταλλικών στεφανιών τα δέρματα (κυρίως κατσίκας ή τράγου ενώ παλαιότερα χρησιμοποιούσαν και λύκου ή γαΐδάρου), τα οποία ανάλογα με το μέγεθος του κυλίνδρου, έχουν 20 έως 60 εκατοστά απόσταση μεταξύ τους και διάμετρο 25 εκατοστά έως 1 μέτρο.

Ο παραδοσιακός τρόπος κατασκευής του κυλίνδρου απαιτούσε δύο ή περισσότερα λεπτά φύλλα ξύλου (καρυδιάς ή οξυάς), τα οποία αφού πρώτα τα άφηναν στο νερό για να μουσκέψουν, τους έδιναν κατόπιν με τη βοήθεια της φωτιάς το κυλινδρικό σχήμα.

Με μία έως τρεις μικρές τρύπες πάνω στον κύλινδρο αποφεύγεται το εύκολο σκίσιμο των δερμάτων από την πίεση που δημιουργείται στο σκάφος κατά τη διάρκεια του παιξίματος.

Τα δύο στεφάνια που συγκρατούν τα δέρματα ενώνονται και τεντώνονται με ένα σχοινί, ενώ ένα δεύτερο σχοινί, σφίγγοντας ή χαλαρώνοντας το πρώτο, βοηθάει στο κούρδισμα του οργάνου.

Η τοποθέτηση από τη μια πλευρά πιο χοντρού δέρματος απ΄ ότι στην άλλη, καθώς και το τέντωμα των σχοινιών, έχει σαν αποτέλεσμα η μία μεμβράνη να παράγει τονικά χαμηλότερο ήχο. Το νταούλι παίζεται με δύο ξύλα (νταουλόξυλα), ένα για κάθε χέρι.

Το ένα παράγει τον βαθύ ήχο, είναι χοντρό και ονομάζεται κόπανος και το άλλοείναι η βίτσα (μια λεπτή βέργα για τους τονικά ψηλότερους ήχους).

7 Ιουλ 2008

Ο <<ΑΓΝΩΣΤΟΣ>> ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΥΤΗΣ





Είναι χρέος μας να κάνουμε μια αναφορά στον «άγνωστο» δημιουργό και ερμηνευτή των δημοτικών τραγουδιών, που δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον ΛΑΟ μας.Τραγούδια που έχουν μελωδήσει και μελωδούν τα «πάθη», και τις «δόξες» της Ελληνικής φυλής από τα βάθη των αιώνων, μέχρι και τώρα.Διηγούνται την ιστορία, τις περιπέτειες, τις καθημερινές γιορτές, τις χαρές και τα πένθη, με τη χάρη του στίχου, με την υπόκρουση της ίδιας, θα έλεγα, πανάρχαιης λύρας.Της λύρας που συντροφεύει ακόμα και σήμερα τους (λίγους) σύγχρονους «ραψωδούς» στην Κρήτη, στην Κύπρο, και σε κάθε γωνιά της χώρας, συνεχίζοντας μια παράδοση «αμνημονεύτων» χρόνων!Και μια και έγινε λόγος για την λύρα, θα πρέπει να επισημανθεί ότι είναι σύμβολο σπουδαίο, εκφραστικό, αυτή η λύρα, που ανεβαίνει περήφανη τις χιλιετηρίδες, και είναι σαν να διατηρεί στις χορδές της το «αποτύπωμα» απ’ τα δάχτυλα του «πατέρα» της ποίησης, του Ομήρου.Αυτή η λύρα, η «φωνή», το σύμβολο της φυλετικής μας συνέχειας.Αυτή τη φωνή, αυτή τη «συνέχεια» (όσο θα υπάρχει ακόμα), θέλουμε να την ακούσουν όλοι οι ξενομανείς των Ελληνικών Γραμμάτων και Τεχνών, όλοι αυτοί που τα αυτιά τους είναι ανοιχτά ΜΟΝΟ σε φάλτσες και βραχνές «σειρήνες», ξένες, όπως οι «φτιασιδωμένες» γυναίκες των ύποπτων μαγαζιών.Η Ελληνική Δημιουργία, δεν είναι «αντικείμενο» εμπορικό, «σουξεδιάρικο» η μη.Είναι ένα «όπλο» επανάστασης ενάντια σε μια «ξενοξιπασμένη» και χρεοκοπημένη πνευματική ζωή, ένας διαρκής αγώνας «επιστροφής» στην Ελλάδα.Οι ρίζες του Δημοτικού τραγουδιού χάνονται στα βάθη των προϊστορικών χρόνων.Ο ΟΜΗΡΟΣ το βρήκε στην «ακμή» του.Χίλια χρόνια προ Χριστού, τα «ιστορικά» Δημοτικά Τραγούδια, τα αναφερόμενα σε «ηρωικές» πράξεις, έδιναν και έπαιρναν.Ήταν κάτι ανάλογο με τα μετέπειτα «Κλέφτικα « τραγούδια.Υπήρχαν όμως και άλλες κατηγορίες τραγουδιών, που τις αναφέρει ο «Αθήναιος».Ήταν τραγούδια της Δουλειάς, και διάφορα άλλα, τα οποία έφτασαν παραλλαγμένα μέχρι και τις μέρες μας.Είκοσι και πλέον χιλιάδες τραγούδια μας έχει δώσει ως τα τώρα η ανεξάντλητη φαντασία του «Αγνώστου Δημιουργού».Και ξέρετε ποια είναι η μεγαλύτερη δόξα και «πιστοποίηση» της γνησιότητας αυτού του ΑΓΝΩΣΤΟΥ που μας έδωσε τα τραγούδια αυτά;Ότι είναι ΑΓΝΩΣΤΟΣ, ΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ, ΑΣΤΟΙΧΕΙΩΤΟΣ, ΑΥΘΟΡΜΗΤΟΣ, όλο αίσθημα και πάθος, ότι έζησε με «μύριες μορφές» και μύρια πρόσωπα, χαμένος ,μέσα στη θάλασσα των συναισθημάτων του ΑΝΩΝΥΜΟΣ!Δεν τραγούδησε από ματαιοδοξία, ούτε για φήμη.Για τον Άγνωστο λοιπόν τραγουδιστή – δημιουργό, που όπως είπαμε δεν είναι άλλος από τον ΛΑΟ, το τραγούδι δεν είναι παιχνίδι, ούτε εμπορικό αντικείμενο.Είναι σοβαρή λειτουργία μέσα στη ζωή.Ασκεί επίδραση στη ζωή, η οποία θυμίζει το ρόλο της τέχνης στον βίο των Αρχαίων.Ένα χαρακτηριστικό φαινόμενο της φυλετικής μας ιδιοτυπίας το οποίο μελετώντας το ο Φωριέλ.Τον έκανε να γράψει.«Αν αποκτήσουν οι Έλληνες την ανεξαρτησία τους, αν έρθει η μέρα που θα μπορέσουν να καλλιεργήσουν απερίσπαστοι τις σπάνιες ικανότητες που τους έδωσε η φύση, τα πάντα μας εξουσιοδοτούν να ελπίζουμε ότι γρήγορα θα φθάσουν, και ίσως ξεπεράσουν τον πολιτισμό των άλλων λαών της Ευρώπης.Οι επιστήμες θα ξανανθίσουν στη χώρα τους, η φιλοσοφία θα ανοίξει καινούργιες σχολές, και οι καλές τέχνες θα δώσουν και πάλι αριστουργήματα.Θα έχουν αναμφίβολα και μεγάλες ποιητικές συνθέσεις, όπου η τέχνη θα κάμει ότι μπορεί να κάμει.Αυτές οι ελπίδες όμως, ας μην τους κάμουν να καταφρονήσουν ένα έργο μετριόφρον και εύκολο.Ας σπεύσουν να μαζέψουν ότι δεν έχει χαθεί ακόμα από τα δημοτικά τους τραγούδια.Η Ευρώπη θα τους είναι ευγνώμων για ότι θα κάμουν για να τα διατηρήσουν».Ο Θησαυρός των Δημοτικών Τραγουδιών αγαπητοί φίλοι, το πολύτιμο λαογραφικό μας υλικό, μένει σαν «Νεκρή Εθνική Περιουσία».Δυστυχώς!Παρόλο που η μεγαλοφυΐα ενός Αισχύλου έσκυβε για να ακούσει τα «απλοϊκά» δημοτικά τραγούδια (όπως αποκαλύπτει ο Αριστοφάνης στους Βάτραχους), και να εμπνευστεί απ’ αυτά, οι σημερινές «μεγαλοφυΐες» σκύβουν πάνω από ξενόφερτα «σουξέ» αγνοώντας την «κληρονομιά» μας και τον ΑΓΝΩΣΤΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ και ΕΡΜΗΝΕΥΤΗ της.

5 Ιουλ 2008

ΤΟ ΚΛΑΡΙΝΟ



Πριν από περίπου 270 χρόνια ο Γερμανός Γουσταύος Ντένερ τελειοποίησε το παλιό γαλλικό πνευστό όργανο «κάλαμο» και δημιούργησε τις βάσεις του σημερινού κλαρίνου.
Το όργανο αυτό είναι η κυριότερη οικογένεια των πνευστών οργάνων.
Τα κλαρίνα είναι τα πιο νέα ξύλινα πνευστά αν εξαιρέσει κανένας τα σαξόφωνα που είναι ακόμα πιο σύγχρονης κατασκευής.
Με τη βαθμιαία προσθήκη διάφορων κλειδιών, το κλαρίνο απόκτησε τη δυνατότητα να έχει μεγαλύτερη έκταση ήχου. Ο ήχος του κλαρίνου είναι ζεστός και πλούσιος.
Η παραγωγή του γίνεται από ένα καλάμι που είναι εφαρμοσμένο στο περιστόμιο του κλαρίνου και όταν ο εκτελεστής πιέσει τα χείλη του, τότε αυτό πάλλεται και αποδίδει τον ήχο.
Είναι ένα όργανο που έχει πολλούς θαυμαστές και είναι από εκείνα τα μουσικά όργανα που μόνο του ή μέσα σε ορχήστρα μπορεί ν’ αποδώσει ήχους χαρούμενους ή λυπητερούς ανάλογα με το είδος της μουσικής που παίζεται. Πολλές φορές το ακούμε να παίζει, από λαϊκό κλαρινίστα, σε γάμους και πανηγύρια.
Να εκτελεί χαρούμενους ή λεβέντικους σκοπούς. Και είναι τόσο ζωντανοί οι ήχοι που ακούγονται, ώστε ξεσηκώνουν όλους τους παρισταμένους να γλεντήσουν και να διασκεδάσουν.
Όπως το κλαρίνο, σαν όργανο, χρησιμοποιείται σε γιορταστικές εκδηλώσεις, χρησιμοποιείται, ακόμα, και σε θλιβερές.
Υπάρχουν μέρη, κυρίως χωριά, που συνοδεύουν λυπητερά γεγονότα κάτω από τους ήχους αυτού του οργάνου, που, σαν να έχει ψυχή και συμπονεί, θρηνεί μαζί με τους παρισταμένους βγάζοντας τότε ήχους θλιβερούς και πένθιμους.
Εύκολα μπορεί να καταλάβει κανένας πόσο ρόλο παίζει ο εκτελεστής. Όλα εξαρτώνται από το χειρισμό που κάνει αυτός στο κλαρίνο, από την πίεση των χειλιών του και από τα συναισθήματα που τον κατέχουν.
Η έκταση του ήχου του οργάνου είναι μεγάλη αλλά για την απόδοσή της μεγαλύτερης δυνατής έκτασης και για τεχνική ευκολία των εκτελεστών, κατασκευάσθηκαν κλαρίνα σε διαφορετικά μεγέθη και τόνους.
Η φιλολογία έργων για κλαρίνο είναι αρκετά μεγάλη. Διάσημοι συνθέτες όπως ο Μότσαρτ, ο Μπραμς κ.ά., έχουν γράψει έργα για μουσική δωματίου και αρκετά κοντσέρτα.
Γι αυτό και το κλαρίνο κατέχει μια σημαντική θέση ανάμεσα στην οικογένεια των πνευστών οργάνων.

2 Ιουλ 2008

ΤΟ ΣΑΝΤΟΥΡΙ


Το σαντούρι είναι ένα από τα πιο παλιά και παράξενα έγχορδα μουσικά όργανα.
Έχει σχήμα ισοσκελούς τραπεζίου και φέρει ηχείο
βάθους 4 – 5 εκατοστών και περισσότερες από 100 (!) χορδές, από 2,3 ή 4 για κάθε μουσικό φθόγγο.
Οι μονές χορδές του είναι από χάλκινα σύρματα και παράγουν μπάσους ήχους, ενώ οι ζυγές, που είναι για
πρίμα ήχους είναι από μπρούτζινα ή ατσάλινα σύρματα.
Ο σαντουριέρης κρεμάει το σαντούρι στο λαιμό του ή το ακουμπάει σε ένα τραπέζι και κτυπώντας τις χορδές με τις μπαγκέτες - δύο ξύλινα ραβδάκια επενδεδυμένα στη μία άκρη με βαμβάκι για να παράγεται γλυκός ήχος- παίζει αυτό το παράξενο και σπάνιο μουσικό όργανο.Το σαντούρι είναι συγγενικό όργανο με το χορδόφωνο σαντούρ, που χρησιμοποιείται στην κλασσική μουσική του Ισλάμ.
Η λέξη «σαντούρ» ή «σαντίρ» σημαίνει ψαλτήρι στις Αραβικές διαλέκτους. Αρκετοί μουσικολόγοι πιστεύουν πως είναι το ίδιο όργανο με το βυζαντινό «ψαλτήριο» ή «επιγόνιο», στηριζόμενοι και στο γεγονός ότι το «σαντίρ» είναι κατά μία εκδοχή, παραφθορά του «ψαλτήριο» -πσαλτίρ-σαλτίρ-σαντίρ.Το σαντούρι συναντάται πολύ συχνά στη Μυτιλήνη και αυτό γιατί ήρθε στην Ελλάδα από τους Έλληνες της Μικράς Ασίας.
Ακόμα και σήμερα οι τεχνίτες στη Μυτιλήνη φτιάχνουν τα σαντούρια με τον ίδιο παραδοσιακό τρόπο από ξύλο πεύκου ή ξύλο καρυδιάς.
Το σαντούρι είναι παρόν σε κάθε παραδοσιακή σύνθεση στο νησί.Θεωρείται γενικά δύσκολο όργανο και βγάζει έναν πραγματικά ιδιαίτερο, πλούσιο και χαρακτηριστικό ήχο.