21 Σεπ 2008

ΒΟΙΩΤΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ - ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΟΛΕΛΟΣ (ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΟΣ)


Σήμερα γνώρισα έναν άνθρωπο ευδιάθετο, ευχάριστο, με χιούμορ και αυτοσαρκασμό, που έβαλε κι αυτός ένα λιθαράκι στα μουσικά δρώμενα της Βοιωτίας.
Έναν άνθρωπο που άφησε στις μνήμες των φίλων της μουσικής της γενιάς του και όχι μόνο, όμορφες στιγμές από γλέντια, χορό, τραγούδι και διασκέδαση, στα καφενεία και στις πλατείες των χωριών μέχρι το ξημέρωμα της άλλης μέρας.
Είναι ο Παντελής Κουτσολέλος ή Κουτσουρέλος όπως τον φώναζαν οι γνωστοί του.
Ο Παντελής γεννήθηκε το 1941, μεγάλωσε και ζει στο Καπαρέλι Βοιωτίας. Έχει δύο γιούς, τον Παναγιώτη και τον Βασίλη που είναι και οι δύο μουσικοί, παίρνοντας την σκυτάλη από τον πατέρα τους, και συνεργάζονται με γνωστούς καλλιτέχνες παίζοντας αντίστοιχα αρμόνιο και ντράμς.
Διστακτικά έκανα την πρώτη ερώτηση και δεν χρειάστηκε να κάνω και δεύτερη.
Σαν χείμαρρος η μία πρόταση μετά την άλλη. Ένα ηφαίστειο από μνήμες, γεγονότα και περιπέτειες της μεταπολεμικής περιόδου για τον αγώνα επιβίωσης των ανθρώπων της εποχής. Ανάθεμα αν πρόλαβα να γράψω λέξη. Απλά άκουγα με ανοιχτό το στόμα και μοιράζομαι μαζί σας αυτά που θυμάμαι.
Στην φτώχεια και την απόγνωση της εποχής όλοι έψαχναν να βρουν τρόπους να επιβιώσουν και να βοηθήσουν τις πολυμελείς οικογένειές τους.
Έτσι και ο Παντελής στα δέκα οχτώ του έψαχνε τον επαγγελματικό του προσανατολισμό. Ακούγοντας από μικρός διάφορους άλλους μουσικούς σε πανηγύρια και σε γιορτές είχε πάντα στο μυαλό του όταν μεγαλώσει να μάθει κάποιο όργανο. Κάτι τον τράβαγε όπως ο ίδιος χαρακτηριστικά είπε. Ο πατέρας του μόλις άκουσε την ιδέα του Παντελή να γίνει οργανοπαίχτης, όχι μόνο δεν του έδωσε χρήματα να αγοράσει το αγαπημένο του όργανο που ήταν το κλαρίνο αλλά τον έβαλε να εργάζεται περισσότερες ώρες στα χωράφια. Ο Παντελής πήγαινε κρυφά και βοσκούσε πρόβατα σε βοσκό της περιοχής για να μαζέψει χρήματα να αγοράσει το αγαπημένο του όργανο. Τελικά τα κατάφερε. Ένα υπέροχο ξύλινο κλαρίνο βρισκόταν στα χέρια του. Χωρίς να ξέρει μουσική και πως ακριβώς να φυσάει για να βγάλει ήχο άρχισε να το περιεργάζεται χωρίς αποτέλεσμα, οπότε αποφάσισε ότι πρέπει να πάει σε δάσκαλο. Ο γνωστός την εποχή αυτή, στο κλαρίνο Κοκοντίνης ήταν ο άνθρωπος που του έδωσε τα πρώτα μαθήματα. Για να συνέχιζε εντατικά τα μαθήματα, του ζητούσε 8.000 δραχμές τον μήνα. Η οικονομική αδυναμία να ανταπεξέλθει στο βαρύ έξοδο για την τσέπη και την οικογένεια του Παντελή, τον έκανε όχι μόνο να αφήσει τα μαθήματα αλλά να πουλήσει και το κλαρίνο για τα έξοδα του γάμου της αδελφής του. Ο Παντελής ξαναφιλάει πρόβατα για να μαζέψει χρήματα για καινούργιο όργανο. Αυτή τη φορά αγοράζει μία πίπιζα από μπρούντζο με 300 δραχμές.
Για να μάθει να παίζει, και ενώ δεν είχε χρήματα για δάσκαλο, πήγαινε στα πανηγύρια που έπαιζε ο Κοκοντίνης και άλλοι μουσικοί άκουγε ένα τραγούδι προσεχτικά έκλεινε τα αυτιά του για να μην χάσει τον ήχο, μέχρι να πάει κάπου ήσυχα να το παίξει με το δικό του όργανο, και έτσι άρχισε να μαθαίνει τα πρώτα τραγούδια ολοκληρωμένα. Όταν το ρεπερτόριό του ήταν ικανό να ανταποκριθεί, ήρθε η πρώτη πρόταση για συνεργασία με άλλους ντόπιους μουσικούς για να παίξουν σε κάποιον γάμο ευκατάστατης οικογένειας του χωριού. 2.500 δραχμές το πρώτο νυχτοκάματο. Ικανό να πείσει και τον πατέρα του για την επιλογή του Παντελή να γίνει οργανοπαίχτης. Αργότερα απέκτησε ένα γραμμόφωνο από όπου άκουγε και μάθαινε τραγούδια, και αργότερα μικρόφωνο και ενισχυτή. Από τότε ο Παντελής δεν σταμάτησε να παίζει πίπιζα και δεν την αντικατέστησε με άλλο πνευστό έως και σήμερα.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ καλό το νεο look Δημήτρη καθώς και το αφιέρωμα στο Κουτσουρέλο. Σου εύχομαι καλή συνέχεια.

Ra είπε...

ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΔΟΥΛΕΙΑ !!!

Ανώνυμος είπε...

αυτα ειναι σωστα! και μπραβο,μα εχω την εντυπωση πως ειναι πολυ λιγα,ο παντελης ειναι απο μονος του μια ολοκληρη ιστορια. ο παντελης δεν εκπαιδευτηκε απο κανεναν,πραγματι,οτι εμαθε το εμαθε απο μονος του και με την καθοδηγιση των ντοπιων χωρευτων,οι οποιοι στην πληοψηφια τους ηταν αρβανιτες γεωργοι και κτηνοτροφοι,τσοπανηδες και ζευγολατες.
ο παντελης λοιπον αφουγκραστηκε της επιθυμιες αυτων των απλων ανθρωπων και μεγαλουργησε!
ο ρυθμος του ειναι στακατος και δωρικος, απλος,απεριττος,και καμια φορα αγριος και μονοτονος.
ο παντελης,παιζει με την αναπνοη και οχι με την γλωσσα,που παιζουν οι ο γυφτοι. ο τροπος που παιζει πιπιζα ο παντελης ειναι μοναδικος.
παλια,την δεκαετια του '60 επαιζε με πραγματικη πιπιζα απο ελια, ενα παναρχαιο οργανο με μοναδικο ηχο.
δυστυχως ομως αργοτερα τον ακουσα να παιζει με ζουρνα. αλλο το ενα, και αλλο το αλλο.
ακουσα καποτε σε νεαρη ηλικεια τον παντελη,ζευγαρι με εναν ταουλιαρη απο τις πλαταιες,τον πετρο σοφο,εναν αγροτη μουσικο που δεν ηξερε καν να χορευει!! ελα ομως που ο ρυθμος του πηγαζε απο την αρχαιοτητα,βαρυς ηχος,απο μεγαλο αρβανιτικο νταουλι απο γιδινο τομαρι,το χτυπουσε με κοπανι απο αγριελια κια εδινε οξυτητα στο κρεσεντο.ενω η "ντίχμεζα" που ειναι το ξυλαρακι που κραταει τον ρυθμο ηταν απο καναπιτσα,δηλαδη απο αλυγαρια,το ονοματης "τνίχμεζα"ειναι αρβανιτικο και προερχεται απο το ρημα 'ντιχ" που σημαινει "βοηθαω-βοηθω",διοτι ειναι το βοηθιτικο εξαρτημα του νταουλιου.
ο τυπος αυτος ηταν πραγματι μοναδικος στο ειδος του ειχε εναν απιστευτο τροπο να ξεσηκωνει τον χορευτη. οταν επαιζε τα ματια του ηταν καρφωμενα στον χωρευτη,ενω τα χειλη του 'επαιζαν'σαν κατι να μονολογουσε,ηταν χοντρουλης και κοντουλης και καθως κτυπουσε το τναουλι τρανταζοταν ολοκληρος στον ρυθμο που επαιζε καθε φορα.
η ζυγια,κοτσουρελος-μπαρμπαπετρος,πηγαζε χωρις υπερβολη,απο την αρχαιοτητα.ειναι απιστευτο μα εδενε τοσο πολυ με τα αρχαια ερειπια της ευρητερης περιοχης της βοιωτιας,ενω παραλληλα ταιριαζε απολυτα με τα χαμοσπιτα των πλαταιων,του καπαρελιου,του μελισσοχωριου,καθως και στα 'φαγωμενα'-μονοπαντα- τσαπια και ξιναρια των αγροτων.
δυστυχως, δεν διεσωσε κανεις μας κατι απο τα αριστουργηματα αυτων των απλων ανθρωπων που δεν μπορουσαν να φανταστουν τι κουβαλουσαν μεσα τους.