Εφευρέτης του πιάνου είναι ο Ιταλός Μπαρτολομέο Κριστόφορι. Γεννήθηκε στην Πάδοβα το 1655. Καταγόταν από φτωχή οικογένεια και από μικρός έμαθε την τέχνη της κατασκευής μουσικών οργάνων.
Ήταν πάρα πολύ καλός τεχνίτης και η φήμη του έφτασε ως την Αυλή του Φερδινάνδου της Τοσκάνης. Ο άρχοντας τον κάλεσε στην Αυλή του και εκεί ο Κριστόφορι κατόρθωσε με διάφορους συνδυασμούς και μηχανισμούς που πήρε από τους προγόνους του πιάνου, που ήταν το κλαβίχορδο και το κλαβεσέν, να κατασκευάσει το πρώτο πιάνο.
Παρέμεινε άγνωστος ως εφευρέτης, έως ότου μία εφημερίδα το 1876 αποκάλυψε την εφεύρεση. Ο τίτλος του εφευρέτη τού δόθηκε μετά θάνατον.
Το πιάνο είναι ένα σόλο μουσικό όργανο, που μπορεί να θεωρηθεί έγχορδο ή κρουστό. Παίζεται με πλήκτρα, τα οποία όταν πατηθούν από τον πιανίστα σηκώνουν σφυράκια που χτυπούνε τις χορδές του, παράγοντας έτσι ήχους. Η δυνατότητα να δίνει μια διαφορετική νότα από το κάθε δάχτυλο και να κάνει κάθε νότα απαλή ή δυνατή, δίνει στο πιάνο μια εκπληκτική ποικιλία έκφρασης. Το πιάνο μπορεί να αποδώσει μουσική είτε ως σόλο όργανο, είτε μέσα σε μια ορχήστρα. Αν και πολλοί πιστεύουν πώς χρησιμοποιείται κυρίως στην κλασική μουσική, το πιάνο κατέχει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο και στην τζαζ, την μπλουζ και το ροκ εν ρολ, καθώς και στη λαϊκή μουσική όπου είτε κυριαρχεί είτε λειτουργεί ως βοηθητικό για άλλα όργανα.
Τα καλύτερα καθώς και αρκετά ακριβά σε τιμή είναι τα πιάνα με ουρά που είναι μεγάλα όχι μόνο σε μέγεθος αλλά και σε ήχο. Τα όρθια πιάνα είναι ίσως πιο συνηθισμένα γιατί καταλαμβάνουν λιγότερο χώρο αλλά και επειδή είναι λιγότερο ακριβά.
Το πιάνο ονομάστηκε έτσι διότι μπορούσε να παίζει "πιάνο" (piano) που στην ιταλική γλώσσα -και σύμφωνα με τους μουσικούς όρους- σημαίνει σιγά. Τα πρώτα πιάνα, τα φόρτε πιάνο όπως ονομάζονταν (δηλαδή δυνατά-σιγά), εφευρέθηκαν γύρω στα 1700.
Όσον αφορά τη λειτουργία του, πατώντας κάποιο πλήκτρο η χορδή που του αντιστοιχεί "χτυπιέται" από ένα μαλακό σφυράκι καλυμμένο από τσόχα που επιστρέφει πίσω στη θέση του όταν χτυπηθεί η χορδή. Επιπρόσθετα το πιάνο έχει και δύο ή τρία πεντάλ κατω στο κέντρο στο ύψος του πέλματος. Το αριστερό είναι το σιγανό (una corda): πατώντας το, σηκώνεται ένας μοχλός που στα όρθια πιάνα μετακινεί τα σφυράκια κοντύτερα στις χορδές με αποτέλεσμα ο ήχος να είναι σαφώς σιγανότερος ενώ στα πιάνα με ουρά κινεί τα σφυράκια παράλληλα με τις χορδές έτσι ώστε να χτυπούν μόνο την μία από τις διπλές και τριπλές χορδές (εξ' ου και το όνομα una corda - μια χορδή) κάνοντας τον ήχο πάλι πιο απαλό. Το δεξί πεντάλ που ονομάζεται πεντάλ διαρκείας ή δυνατό πεντάλ ανασηκώνει τους σιωπητήρες από τις χορδές και διατηρεί τον ήχο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου