Στο πρωτοεμφανιζόμενο συγκρότημα «ΠΑΡΑΞΕΝΕΣ ΜΕΡΕΣ» συναντάμε τον Αντώνη Μοσχούτη, τον Άρη Τρουπάκη και τον Μάκη Παραδεισόπουλο. Με το πρόσφατο, ομώνυμο δίσκο τους, κατέθεσαν μια ολοκληρωμένη πρόταση γύρο από το τι σημαίνει στις μέρες μας ο όρος ελληνικό ροκ. Ο Αντώνης και ο Άρης μιλούν για την καινούργια τους δουλειά, αλλά και για τις παράξενες μέρες που ζούμε γενικώς.
Όταν το 1995~1996 ο Αντώνης με τον Άρη έπαιζαν μαζί στην μουσική σκηνή Βάτραχοι, αναπτύχθηκε μια φιλία και άρχισαν να δημιουργούν διάφορες δουλειές και να τις ηχογραφούν.
Παίζοντας τα τραγούδια στο καφέ Αλάβαστρον πέρυσι το χειμώνα, η αποδοχή από το κοινό ήταν πάρα πολύ θετική. Δεν ξεκινήσαμε να ηχογραφούμε για να βγάλουμε δίσκο αλλά για να δουλέψουμε τα τραγούδια μας, γιατί μας άρεσε να τα ενορχηστρώσουμε και να τα ακούσουμε ολοκληρωμένα. Επί δύο χρόνια επεξεργαζόμασταν το υλικό μέχρι να καταλήξουμε σε κάτι που μας εξέφραζε. Όταν συνέβη αυτό δώσαμε ένα demo στην εταιρεία. Είμαστε τυχεροί γιατί χτυπήσαμε την πόρτα της Lyra και μας άνοιξε. Δεν χρειάστηκε να τρέξουμε με ένα cd από εταιρεία σε εταιρεία. Υπάρχουν όμως πολλοί καλύτεροι από εμάς οι οποίοι έψαχναν δέκα χρόνια για εταιρεία.
Η μουσική που παίζουμε είναι ροκ / ακουστική, γενικά όμως δεν μου αρέσουν οι ταμπέλες. Κάθε τι αυθεντικό μπορεί να θεωρηθεί ροκ. Τα προσωπικά ακούσματα που παντρεύτηκαν και μας έχουν ορίσει είναι οι Floyd, οι Supertramp, οι Beatles, τα ροκ συγκροτήματα του ’60 και των αρχών του ’70. Από Έλληνες ο Λοϊζος, ο Σαββόπουλος, ο Χατζιδάκις και οι αδερφοί Κατσιμίχα.
Μεγαλώσαμε σε ένα μεταίχμιο, σε μια μετάβαση από το κοινωνικό στο ατομικό. Είμαστε μια γενιά που διαμορφωνόταν όταν κατέρρεε το Ανατολικό μπλοκ. Είδαμε ένα απίστευτο πέρασμα στην εξατομίκευση, στον καπιταλισμό, στην ελευθερία της αγοράς, στην παγκοσμιοποίηση, στη φιλελευθεροποίηση των πάντων, στο ότι κάθεσαι σπίτι σου και κάνεις chat. Αν θα έπρεπε να έχει ένα αιτούμενο η γενιά μας, είναι να ψάξουμε να βρούμε εκείνα που μας ενώνουν και όχι εκείνα που μας χωρίζουν. Οι απλές, συνηθισμένες μέρες είναι παράξενες. Ζούμε σε τέτοιους ρυθμούς και σε τέτοιο καθημερινό πανικό, που μια νορμάλ μέρα δίχως άγχος είναι παράξενη μέρα. Το όνομα του γκρουπ και του δίσκου προήλθε από το τελευταίο κομμάτι του δίσκου, «το βαλς της παράξενης μέρας». Ήταν μια παράξενη μέρα που είχα ζήσει, λέει ο Άρης, όπου συνέβησαν πολλά μικρά πραγματάκια που ήταν καινούργια και ελπιδοφόρα χωρίς να κραυγάζουν. Δεν υπάρχει περίπτωση να γράψω ένα τραγούδι όταν είμαι μες στην τρελή χαρά λέει ο Αντώνης. Όταν καθίσω να ασχοληθώ με ένα τραγούδι, θα πρέπει να είμαι προβληματισμένος, στεναχωρημένος, και μέσα από το τραγούδι νιώθω ότι λυτρώνομαι.
Η διαδικασία της δημιουργίας είναι κοινή με τον Αντώνη και τον Άρη, και μετά έρχεται και ο τρίτος της παρέας, ο Μάκης Παραδεισόπουλος και τα απογειώνει με την ηλεκτρική κιθάρα του. Ο Μάκης έντυσε τα κομμάτια με ένα έντονο ροκ χρώμα και έδωσε πολλές ιδέες στην ενορχήστρωση.
Την μουσική δεν την είδαμε ποτέ ως επάγγελμα. Ο Μάκης έχει μαγαζί με μουσικά όργανα, ο Αντώνης είναι χρυσοχόος και ο Άρης είναι ηθοποιός και σκηνοθέτης. Δεν είμαστε σίγουροι ότι δεν θα είχαμε κάνει συμβιβασμούς στη μουσική, αν βιοποριζόμασταν απ’ αυτή.
Για μας επιτυχία είναι να αποκτήσουμε περισσότερους φίλους μέσα από αυτό το δίσκο. Επιτυχία είναι ήδη ότι δουλεύουμε μαζί και δεν είναι ο καθένας μόνος του.
πηγή: Δίφωνο
27 Ιαν 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
Πηγή Δίφωνο; Ποιό τεύχος; Πότε; Συνέντευξη ή μονόλογος; Με ποιές ερωτήσεις; Ποιανού; Φίλοι, όταν αναδημοσιεύετε κάτι, καλό είναι να βάζετε όλα τα στοιχεία, και να μην αλλοιώνετε μια συνέντευξη. Ευχαριστώ.
Δημοσίευση σχολίου